Scroll to top
heteroclito cave & bar a vin | Φωκίωνος 2 & Πετράκη 10563
Share
en el

Κλιματική Αλλαγή και Ελληνικός Αμπελώνας με τον Δρ. Στέφανο Κουντουρά

Η κλιματική αλλαγή είναι ίσως ένα από τα πιο πολυσυζητημένα και μελετημένα θέματα της εποχής μας. Η αύξηση της θερμοκρασίας παγκοσμίως τις τελευταίες δεκαετίες έχει σοβαρές επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή και κατ’ επέκταση  στην αμπελλοκαλιέργεια. Η φυσιολογία της αμπέλου είναι πολύ ευαίσθητη στις οποιεσδήποτε κλιματικές αλλαγές και αυτό αντικατοπτρίζεται στο πως αντιδρά στις εναλλαγές του καιρού δίνοντας κάθε χρονιά και άλλα αποτελέσματα. Η ποιότητα παραγωγής αλλά και η αυθεντικότητα των κρασιών εξαρτάται από ένα σύστημα αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στο κλίμα, το έδαφος και την ποικιλία παραγωγής μέσα σε έναν καθορισμένο γεωγραφικό χώρο με το κλίμα να είναι ίσως ο κυριότερος παράγοντας που επηρεάζει  τις ευρύτερες δυνατότητες ενός τόπου για την ευδοκίμηση της εκάστοτε ποικιλίας αμπέλου και την παραγωγή ορισμένου τύπου κρασιού. Επιπλέον, επηρεάζει καθοριστικά την ποιότητα των σταφυλιών και κατ’ επέκταση την ποιότητα αλλά και τον χαρακτήρα των κρασιών που παράγονται από αυτά.  

Στα πλαίσια αυτών των δεδομένων, η αύξηση της θερμοκρασίας προκαλεί διατάραξη του βλαστικού κύκλου της αμπέλου οδηγώντας  στην πρωίμηση αλλά και σύντμηση όλων των φαινολογικών του σταδίων. Αυτό σημαίνει, ότι ένας σχετικά ζεστός χειμώνας θα προκαλέσει πρώιμη εκβλάστηση, ένας ζεστός Μάιος πρώιμη άνθηση και ένα ζεστό καλοκαίρι θα πρώιμο περκασμό και κατ’ επέκταση πρώιμο τρύγο. Έτσι, έχουμε μετακύλιση του κύκλου ωρίμασης στην πιο ζεστή περίοδο του χρόνου, κάτι που θέτει σε κίνδυνο την φυσιολογική ωρίμαση του σταφυλιού.  

Η ποιότητα των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του σταφυλιού και πιο συγκεκριμένα της κάθε ποικιλίας  (αρώματα, φαινολικές ενώσεις), και όχι κατ’ ανάγκη τα σάκχαρα και οξέα, ευνοείται από ήπιες θερμοκρασίες, είτε πρόκειται για ημερήσιες, είτε για νυκτερινές. “Δεν είναι τυχαίο που σχεδόν όλες οι ποικιλίες παραδοσιακά, ωριμάζουν τον Σεπτέμβριο, τον μήνα του χρόνου με τις ηπιότερες θερμοκρασίες. Δεν ενδείκνυται για παράδειγμα, ο τρύγος του Sauvignon Blanc στην Ελλάδα να γίνεται τον Αύγουστο και αυτό γιατί η ποιότητα και τα αρώματα του δεν θα είναι αντίστοιχα των κρασιών του Λίγηρα, όπου ο τρύγος πραγματοποιείται τον Οκτώβριο” μας τονίζει ο Στέφανος Κουντουράς και συνεχίζει “Ωστόσο, το δυσμενές αποτέλεσμα που σχετίζεται με την κλιματική αλλαγή, είναι αρκετά πιο σύνθετο καθώς δεν συνδέεται μόνο με τις αλλαγές στα κλιματικά όρια της περιοχής όπου καλλιεργείται η ποικιλία (οι διαφοροποιήσεις από περιοχή σε περιοχή είναι σχετικά μικρές) αλλά κυρίως με τον συνδυασμό της ποικιλίας με την περιοχή όπου καλλιεργείται, το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύσσεται. Μια ποικιλία σε μια περιοχή όπου ωριμάζει αργά όπως για παράδειγμα, το Μοσχοφίλερο στη Μαντινεία ή το Ξινόμαυρο στο Αμύνταιο και ως ένα σημείο στη Νάουσα, δε δείχνει να έχει πρόβλημα. Αντίθετα, θα μπορούσε μεσοπρόθεσμα και κατά περίπτωση, να έχει και θετικά αποτελέσματα. Έτσι, εκεί που είχαμε κατά μέσο όρο δύο χρονιές στη σειρά ένα Ξινόμαυρο μεγάλο, τώρα θα μπορούσαμε να έχουμε πέντε. Μια ποικιλία που θα ωρίμαζε οριακά, τώρα μπορεί και ωριμάσει πιο εύκολα. Αντίθετα, μια ποικιλία που ωριμάζει πρώιμα, στερείται μεγάλο μέρος από τα αρώματα, την τυπικότητα, την φινέτσα ή τον ποικιλιακό της χαρακτήρα. 

Επομένως, οι περιοχές με μεσο-πρώιμες και πρώιμες ποικιλίες είναι αυτές που θα πληγούν περισσότερο, ενώ σε περιοχές με όψιμες ποικιλίες τα αποτελέσματα θα είναι λιγότερο σημαντικά ή ακόμη και θετικά. Ένα καλό παράδειγμα είναι τα κρασιά από την περιοχή του Bordeaux. Οι πιθανότητες να παράγονται μεγάλα κρασιά είναι σημαντικά αυξημένες. Ωστόσο, ο χαρακτήρας των κρασιών της περιοχής τείνει τα τελευταία χρόνια να μοιάζει σε εκείνον του Νέου Κόσμου και τα κρασιά χάνουν την λεγόμενη “τυπικότητα”. Έτσι, αν και παίρνουμε ώριμα κρασιά, αυτό που δείχνει να αλλοιώνεται είναι το terroir τους και ειδικά εκείνων με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης. Όταν η περιοχή πάψει πλέον να είναι κατάλληλη για μια δεδομένη ποικιλία ή ποικιλίες, ουσιαστικά επαναπροσδιορίζεται όλο το οικοσύστημα, το terroir (κατάλληλο έδαφος, κατάλληλο κλίμα, η ποικιλία -λίες που ωριμάζουν ιδανικά)”.  

Έτσι, αν και αναφερόμαστε γενικά σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο, οι επιπτώσεις είναι ειδικές για κάθε περιοχή και πάντα σε συνάρτηση με την ποικιλία και τον τύπο του κρασιού που παράγεται. Μια παράλληλη επίδραση της αύξησης της θερμοκρασίας είναι και η αύξηση της εξατμισοδιαπνοής και κατ’ επέκταση της ανάπτυξης της αμπέλου μέσω της φωτοσύνθεσης. Όταν η ζωηρότητα αυξάνεται, δημιουργούνται δυσμενείς συνθήκες για την ωρίμαση της παραγωγής. Επίσης, το αμπέλι αντιμετωπίζει αυξημένο υδατικό στρες, καθώς τα υδατικά αποθέματα του εδάφους εξαντλούνται γρήγορα καθιστώντας μεγαλύτερη την ανάγκη για πότισμα. 

Σύμφωνα με τον Στέφανο Κουντουρά σε ότι αφορά στην Ελλάδα “οι κλιματικές αλλαγές δεν πρόκειται να  επηρεάσουν το ίδιο όλα τα μέρη. Οι νότιες και νησιωτικές περιοχές θα επηρεαστούν περισσότερο σε σχέση με τις βορειότερες , οι πεδινές περισσότερο σε σχέση με τις ορεινές-ημιορεινές, οι ηπειρωτικές σε σχέση με τις παράκτιες και τα φτωχά και αβαθή εδάφη σε σχέση με τα γόνιμα. Επιπλέον, οι ξενικές ποικιλίες, ως πρώιμες θα πληγούν περισσότερο σε σύγκριση με τις πιο όψιμες όπως είναι οι γηγενείς, ελληνικές. Επομένως, το 90% των ελληνικών ποικιλιών δεν διατρέχει προς το παρόν κανένα σοβαρό κίνδυνο”. 

Στην ερώτηση, εάν στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει κάποιο πρόγραμμα λήψης μέτρων προσαρμογής για την αντιμετώπιση του φαινομένου, η απάντηση μάλλον δεν μας γεμίζει με αισιοδοξία. Οποιαδήποτε πρωτοβουλία που σχετίζεται με την πρόληψη, κατά κύριο λόγο, βασίζεται σε μεμονωμένες προσπάθειες παρά σε μια κοινή συλλογική στρατηγική. Η καταγραφή και κατανόηση του φαινομένου πρέπει όπως είθισται να ξεκινά από κάποιον επίσημο φορέα, προκειμένου να δώσει τις σωστές κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπισή του, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τον OIV, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Αμπέλου και Οίνου ή την Ένωση Παραγωγών της Αυστραλίας. Ο OIV έχει δημιουργήσει εδώ και αρκετά χρόνια μια επιτροπή που ασχολείται με την μελέτη των φαινομένων της κλιματικής αλλαγής, ενώ  ταυτόχρονα συνεργάζεται στενά με παραγωγούς πάνω στην πρόληψη με ειδικές προτάσεις /μέτρα προσαρμογής. 

Οι εξελίξεις και αλλαγές που παρατηρούνται στη μορφή και τον τρόπο διαχείρισης του ελληνικού αμπελώνα το τελευταίο διάστημα συντελούν θετικά στην αντιμετώπιση του φαινομένου, αν και δεν απορρέουν από την πρόθεση να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, των οποίων η ταύτιση με τις επίσημες επιστημονικές προτάσεις προσαρμογής μπορεί να θεωρηθεί μάλλον συγκυριακή. 

Όπως για παράδειγμα, η στροφή που παρατηρείται στις ελληνικές ποικιλίες, οι οποίες κατά το μεγαλύτερό τους ποσοστό είναι πιο όψιμες και παρουσιάζουν μεγαλύτερη ικανότητα προσαρμογής σε ξηροθερμικά περιβάλλοντα έναντι των περισσοτέρων ξενικών. 

Η χρήση υποκειμένων ανθεκτικών στην ξηρασία και τα αλατούχα εδάφη.   

Η φύτευση νέων αμπελώνων σε υψόμετρο ή σε παράκτιες περιοχές, όπου αντίστοιχα η μέση ημερήσια θερμοκρασία είναι χαμηλότερη και το μέσο θερμομετρικό εύρος μειωμένο, επιτρέποντας την ομαλή και σταδιακή φαινολική ωρίμαση των σταφυλιών.  

Αλλαγές στις καλλιεργητικές πρακτικές, όπως η άρδευση με εφαρμογή ρυθμιζόμενου υδατικού στρες ή το σωστό ξεφύλλωμα, μπορούν επίσης να βοηθήσουν το αμπέλι να αναπτυχθεί σωστά.  

Ακόμα και η αλλαγή του παραγόμενου προϊόντος εφόσον η αλλαγή του κλίματος θα καθιστούσε μια περιοχή ακατάλληλη για την παραγωγή ενός ορισμένου τύπου κρασιού, θα μπορούσε να είναι ένας άλλος πιο εναλλακτικός τρόπος επίλυσης του προβλήματος. Ωστόσο, η επιλογή αυτής της ακραίας αλλά και ιδιαίτερα τολμηρής “λύσης” καθίσταται αρκετά δύσκολη για περιοχές παραγωγής οίνων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης, όπου τα γεωγραφικά όρια και η ποικιλία ή ποικιλίες ορίζονται αυστηρά από τη νομοθεσία, αλλά και για παραγωγούς που διστάζουν να κάνουν ένα τόσο μεγάλο βήμα ριζικής αλλαγής. Μια κίνηση που αφενός θα είχε υψηλό κόστος, αλλά αφετέρου θα εξασφάλιζε μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του παραγωγού. 

Τα διάφορα και διαφορετικά σενάρια που αφορούν την εξέλιξη του φαινομένου, είναι άλλα απαισιόδοξα και άλλα λιγότερο αισιόδοξα. Δεν είναι λίγοι αυτοί που αντιμετωπίζουν με αρκετό σκεπτικισμό το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής απορρίπτοντας κατηγορηματικά το σενάριο της ύπαρξής του. Είναι αλήθεια πως καμία έρευνα δεν μπορεί να αποδείξει την ορθότητα της θεωρίας που πρεσβεύει καθώς βασίζεται σε ενδείξεις και όχι σε κάποια ατράνταχτα επιστημονικά στοιχεία που να μπορούν να συγκροτήσουν μια αντικειμενική αλήθεια. Βέβαια, ο μεγαλύτερος κίνδυνος κρύβεται πάντα εκεί που δεν μπορούμε να τον προβλέψουμε και στο σημείο αυτό είναι ακριβώς που η πρόληψη μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια.  

Όσον αφορά τώρα το ενδεχόμενο να τεθεί θέμα βιωσιμότητας του ελληνικού αμπελώνα ευτυχώς τουλάχιστον προς το παρόν και με βάση τις ενδείξεις δεν υπάρχει για τον Στέφανο Κουντουρά. Δυστυχώς όμως, κανένα μοντέλο έρευνας δεν είναι σε θέση να το επιβεβαιώσει καθιστώντας ως άμεση προτεραιότητα, τη λήψη μέτρων πρόληψης για την αντιμετώπιση του φαινομένου, ξεκινώντας από τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων (μετεωρολογικών, φαινολικών, αναλυτικών και οργανοληπτικών) για κάθε αμπελουργική ζώνη της Ελλάδος. Αυτό  θα οδηγούσε στην καλύτερη κατανόηση της πραγματικής διάστασης του φαινομένου, καθώς αποτελεί προϋπόθεση για τον σωστό σχεδιασμό της στρατηγικής εκείνης, που θα μπορούσε να περιορίσει έγκαιρα τις αρνητικές επιπτώσεις που πιθανόν θα είχε στην ελληνική αμπελουργία._ 

- the wine magazine -

Σχετικά Άρθρα

Δρ. Σταυρούλα Κουράκου - Δραγώνα από τον Κ. Λαζαράκη MW

Πριν από λίγα χρόνια, είχα κληθεί να μιλήσω σε ένα αμπελουργικό συνέδριο στην Ελλάδα. Πολλά…

Κωνσταντίνος Λαζαράκης MW 26/08/2018

Κλιματική Αλλαγή και Ελληνικός Αμπελώνας με τον Δρ. Στέφανο Κουντουρά

Η κλιματική αλλαγή είναι ίσως ένα από τα πιο πολυσυζητημένα και μελετημένα θέματα της εποχής…

Νίκος Πανίδης 26/08/2018