Πέμπτη 2 Ιουλίου, άφιξη στην Κεφαλονιά. Η πρώτη οινική εξόρμηση μετά την καραντίνα λόγω πανδημίας είχε «προσκυνηματικό» χαρακτήρα, σε τόπο μεγάλης παράδοσης και πλούτου σε αμπελοκαλλιέργεια και κρασί. Έναν προορισμό με ήπια τουριστική ανάπτυξη, αλλά σημαντικά οφέλη στην τοπική οικονομία.
Η εικόνα πέριξ του αεροδρομίου αντιπροσωπευτική των διαπιστώσεων του τριήμερου που ακολούθησε. Οι στόλοι των γραφείων ενοικιάσεων αυτοκινήτων σε ακινησία. Κατά τη διαδικασία παραλαβής οχήματος ο άνθρωπος του γραφείου ανέφερε: «ελπίζω να λειτουργήσει το pos, διότι έχει να χρησιμοποιηθεί από τα τέλη του περασμένου Οκτώβρη».
Διασχίζοντας τη Λάσση η εικόνα θύμιζε τις προετοιμασίες των επιχειρήσεων την άνοιξη, πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου, παρότι βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού. Με λίγα λόγια, η παραμονή εκεί –εκτός από δοκιμές υπέροχων κρασιών– κατέδειξε πως ελάχιστα καταλύματα και εστιατόρια έχουν ανοίξει, οι παραλίες είναι άδειες και τελικά ένα όμορφο νησί βρίσκεται σε παρατεταμένη «χειμερία νάρκη».
Όσοι βιάζονται να χαρακτηρίσουν παραδεισένιο ένα τέτοιο σκηνικό, που είναι ανάλογο με αυτό, αν όχι όλων, των περισσότερων ελληνικών νησιών έως αυτήν τη στιγμή του φετινού καλοκαιριού, ας αναλογιστούν τι σημαίνει αυτό για τον κλάδο του τουρισμού και της εστίασης. Πώς θα απορροφήσει η αγορά το επώνυμο ελληνικό κρασί και πώς θα πορευθούν στον προσεχή τρύγο αμπελουργοί και οινοποιοί;
Ας σεβαστούμε, βέβαια, όσους δεν επιθυμούν ξένους επισκέπτες στη χώρα, διότι υπάρχει κίνδυνος να μας μολύνουν. Ωστόσο, η καθημερινότητα και οι συνήθειες μας παραμένουν ίδιες χωρίς αυτούς; Μάθαμε να αποφεύγουμε τους ασπασμούς, να πλένουμε σχολαστικά τα χέρια, να παίρνουμε τις απαραίτητες προφυλάξεις, να μην χρησιμοποιούμε μέσα μαζικής μεταφοράς. Μαζί, όμως, με όλα αυτά μεταλλάχθηκε, δυστυχώς, η ζωή μας (όχι ο κορωνοϊός).
Στα μεγάλα δε αστικά κέντρα οι επιχειρήσεις εστίασης και ψυχαγωγίας δυσκολεύονται σε βαθμό που η βιωσιμότητα των περισσοτέρων είναι αβέβαιη. Ακόμα και τα σούπερ μάρκετ, που τις πρώτες εβδομάδες της καραντίνας βίωσαν μέρες δόξας, έχουν πλέον περιορισμένους τζίρους.
Πέμπτη 2 Ιουλίου, άφιξη στην Κεφαλονιά. Η πρώτη οινική εξόρμηση μετά την καραντίνα λόγω πανδημίας είχε «προσκυνηματικό» χαρακτήρα, σε τόπο μεγάλης παράδοσης και πλούτου σε αμπελοκαλλιέργεια και κρασί. Έναν προορισμό με ήπια τουριστική ανάπτυξη, αλλά σημαντικά οφέλη στην τοπική οικονομία.
Η εικόνα πέριξ του αεροδρομίου αντιπροσωπευτική των διαπιστώσεων του τριήμερου που ακολούθησε. Οι στόλοι των γραφείων ενοικιάσεων αυτοκινήτων σε ακινησία. Κατά τη διαδικασία παραλαβής οχήματος ο άνθρωπος του γραφείου ανέφερε: «ελπίζω να λειτουργήσει το pos, διότι έχει να χρησιμοποιηθεί από τα τέλη του περασμένου Οκτώβρη».
Διασχίζοντας τη Λάσση η εικόνα θύμιζε τις προετοιμασίες των επιχειρήσεων την άνοιξη, πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου, παρότι βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού. Με λίγα λόγια, η παραμονή εκεί –εκτός από δοκιμές υπέροχων κρασιών– κατέδειξε πως ελάχιστα καταλύματα και εστιατόρια έχουν ανοίξει, οι παραλίες είναι άδειες και τελικά ένα όμορφο νησί βρίσκεται σε παρατεταμένη «χειμερία νάρκη».
Όσοι βιάζονται να χαρακτηρίσουν παραδεισένιο ένα τέτοιο σκηνικό, που είναι ανάλογο με αυτό, αν όχι όλων, των περισσότερων ελληνικών νησιών έως αυτήν τη στιγμή του φετινού καλοκαιριού, ας αναλογιστούν τι σημαίνει αυτό για τον κλάδο του τουρισμού και της εστίασης. Πώς θα απορροφήσει η αγορά το επώνυμο ελληνικό κρασί και πώς θα πορευθούν στον προσεχή τρύγο αμπελουργοί και οινοποιοί;
Ας σεβαστούμε, βέβαια, όσους δεν επιθυμούν ξένους επισκέπτες στη χώρα, διότι υπάρχει κίνδυνος να μας μολύνουν. Ωστόσο, η καθημερινότητα και οι συνήθειες μας παραμένουν ίδιες χωρίς αυτούς; Μάθαμε να αποφεύγουμε τους ασπασμούς, να πλένουμε σχολαστικά τα χέρια, να παίρνουμε τις απαραίτητες προφυλάξεις, να μην χρησιμοποιούμε μέσα μαζικής μεταφοράς. Μαζί, όμως, με όλα αυτά μεταλλάχθηκε, δυστυχώς, η ζωή μας (όχι ο κορωνοϊός).
Στα μεγάλα δε αστικά κέντρα οι επιχειρήσεις εστίασης και ψυχαγωγίας δυσκολεύονται σε βαθμό που η βιωσιμότητα των περισσοτέρων είναι αβέβαιη. Ακόμα και τα σούπερ μάρκετ, που τις πρώτες εβδομάδες της καραντίνας βίωσαν μέρες δόξας, έχουν πλέον περιορισμένους τζίρους.
Μήπως ο έλληνας καταναλωτής μένει σπίτι και συμπεριφέρεται διαφορετικά εντός αυτού; Αν και κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ευχάριστη έκπληξη, εφόσον οδηγούσε στο σταδιακό άδειασμα των δεξαμενών, των βαρελιών και των παλετών των οινοποιείων, δεν φαίνεται να συμβαίνει. Αφού «νομοτελειακά» ο έλληνας καταναλωτής συνεχίζει να πίνει επώνυμο κρασί περισσότερο κατά την έξοδό του. Η έξοδος, όμως, αυτή περιορίστηκε σημαντικά ή ακόμα και κόπηκε για κάποιους. Όχι απαραίτητα λόγω έκβασης της πανδημίας, αλλά λόγου φόβου. Ενός φόβου διάχυτου και μιας αβεβαιότητας για τους μήνες που ακολουθούν, κυρίως όσον αφορά το οικονομικό περιβάλλον.
Αν όλα αυτά ακούγονται ζοφερά, ο υπογράφων, που δεν του αρέσει να υπεκφεύγει, πιστεύει βαθιά πως αφορούν την πραγματικότητα. Ωστόσο, εντός καραντίνας και μέχρι σήμερα υπήρξαν απρόσμενα ευχάριστες στιγμές, όπως η δοκιμή πολλών δεκάδων ή μάλλον εκατοντάδων κρασιών, που πραγματοποιήθηκε τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Ειδικά την περίοδο της καραντίνας η διαδικασία αυτή έγινε με απίστευτη χαλαρότητα και διάρκεια. Πολύς χρόνος και ανάλογες ευκαιρίες δόθηκαν στα κρασιά, που δοκιμάστηκαν ξανά και ξανά. Μαζί με τις δοκιμές ταξίδεψε πολύ κι η φαντασία. Οι συνειρμοί και οι συνδυασμοί ήταν ανάλογοι: τα κρασιά δέθηκαν με εδέσματα, τα συντρόφεψε ο ήχος της θάλασσας, το θρόϊσμα των φύλλων, Χατδιδάκις, Σοπέν, Κόεν, Κέιβ ή απλά η εκκωφαντική σιωπή. Μπόλικες ήταν, όμως, και οι σημειώσεις (κάτι μεταξύ ιερογλυφικών και ιδιότυπης στενογραφίας).
Ποιο ήταν το συμπέρασμα, σύντομα και περιεκτικά; Ότι τα περισσότερα ελληνικά κρασιά, στέκονται σε υψηλό επίπεδο ποιότητας έναντι του διεθνούς ανταγωνισμού, ιδιαίτερα αυτά που τιμολογούνται στο ράφι έως 13.00€. Ανεξαιρέτως τόπου προέλευσης και χρώματος, τα περισσότερα κρασιά εσοδείας 2019 δείχνουν να μην φοβούνται το χρόνο, γεγονός που στο παρελθόν ήταν η «αχίλλειος πτέρνα» τους, κυρίως αυτών από οινοποιεία μεγάλου όγκου παραγωγής.
Οι πρώτες ετικέτες που έρχονται στο μυαλό από τις βασανιστικά αργές εκείνες εβδομάδες του εγκλεισμού, μέχρι και πρόσφατα, είναι οι εξής: Από λευκά τα Ουσύρα Σεριφιώτικο, Ευφράνωρ Σκλάβου, Ροδίτης Τετράμυθου, Chardonnay – Μαλαγουζιά Μπελίδη και Φωκιανό Blanc de Noirs Τσαντίρη. Στα ροζέ, υπόκλιση αξίζει στα Ροζ Πετρακόπουλου, Εδανός Ροζέ, από μαύρο καλαβρυτινό και Λιάτικο Κέντρος Λυραράκη. Ιδιαίτερη μνεία στο Pet Nat Vassaltis, για τις οικείες και ανεπιτήδευτες φυσαλίδες του, ενώ τα πορτοκαλί και ερυθρά κρασιά ας πάρουν το χρόνο τους. Ας μιλήσουμε γι’ αυτά μετά το Σεπτέμβριο. Οι πρώτες, πάντως, ενδείξεις επιβεβαιώνουν όσα λέγονται για την εσοδεία 2019: πως τα κρασιά της θα τα θυμόμαστε για χρόνια.
Κλείνοντας, λοιπόν, ας πούμε πως το επώνυμο ελληνικό κρασί, διανύει την καλύτερη περίοδο της ιστορίας του, τουλάχιστον όσον αφορά την ποιότητα. Ανάμεσα σε άλλα άκρως ενδιαφέροντα αναφέρονται η ανάδειξη ξεχασμένων οινοπεδίων, τοπικών ποικιλιών, επίμονων οινοποιών και τολμηρών μεθόδων οινοποίησης.
Έτσι, ακόμα και μετά από μια εξαιρετικά δύσκολη δεκαετία για την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων, είναι κρίμα να αφεθούμε αμαχιτί στη μετάλλαξη συνηθειών και ευζωίας. Ας ταξιδέψουμε ξανά, ας γλεντήσουμε με σύνεση και προφυλάξεις, ας «πάρουμε τις ζωές μας πίσω», όπως λέει και το τσιτάτο.
Υγιαίνετε!