Δημήτρης Κούμανης / 19.10.2018
Αναμονές
Πάει ώρα που περιμένω στην αίθουσα αναμονής. Ήδη τρεις καφέδες. Δεν είναι και η πιο ευχάριστη εμπειρία.
Στον πρώτο χάζευα το θλιβερό αίθριο του υπογείου. Όπου δεν υπάρχει φως δεν υπάρχει ζωή, μόνο πλαστικά λουλούδια.
Στο δεύτερο, μέσα κοινωνικής δικτύωσης στο κινητό. Μιλιούνια κόσμου δηλώνουν ότι θα παραστούν σε εκδηλώσεις, μα στο τέλος οι αίθουσες μένουν άδειες.
Στον τρίτο, για ν’ απαλύνω την πλήξη, ανοίγω την τσάντα μου και βγάζω το βιβλίο που αυθόρμητα τράβηξα νωρίτερα από την στοίβα του κομοδίνου. “Η γεύση της μνήμης” του Επίκουρου -κατά κόσμο Αλβέρτος Αρούχ. Χιλιοδιαβασμένο κι αγαπημένο, μα γιατί αυτό τώρα; Μήπως οι απολαύσεις στερεύουν σύντομα;
Ανοίγω τυχαία και διαβάζω: “…τότε κατάλαβα ότι η γεύση ενός φαγητού δεν έχει να κάνει μόνο με τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του αυτά καθαυτά, αλλά και με την ψυχολογία εκείνου που τα τρώει. Η γευστική μας αντίληψη είναι κάτι πολύ παραπάνω, πολύ πιο σύνθετο, από τις πέντε αισθήσεις μας και τις πέντε γεύσεις. Οι μνήμες, οι προσδοκίες, τα βιώματα, η προσωπικότητα και ιδίως η ψυχολογία της στιγμής, όπως και το πλαίσιο μέσα στο οποίο τρώμε κάτι, την επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό. Κι αυτό το καταλαβαίνουν καλά οι σημερινοί σεφ της μοντέρνας δημιουργικής μαγειρικής και της μοριακής γαστρονομίας, οι οποίοι όταν σερβίρουν το φαγητό τους στα εστιατόριά τους δημιουργούν συνθήκες που επηρεάζουν τη γευστική αντίληψη…”
Δεν θα γυρίσω άλλη σελίδα. Αρκεί. Για άλλο λόγο βρίσκομαι εδώ. Προσδοκώ την προσμονή, όχι τη θύμηση.
Γύρω μου γυναίκες μονάχες. Χλωμές, καταπονημένες και τρομαγμένες. Μόνος σ’ ένα γυναικωνίτη. Κάτι συμβαίνει και δεν έρχεται ποτέ η σειρά μου. Έχουν φωνάξει ήδη δεκάδες τετραψήφιους αριθμούς. Εγώ δεν έχω αριθμό, απλά περιμένω. Βγαίνει ξανά η νοσοκόμα, φωνάζει το 6932 για αλλαγή γάζας. Χάνω την ψυχραιμία μου και ρωτάω εριστικά τη γραμματεία “τι θα γίνει με την περίπτωσή μου;”. Δεν με βλέπουν, δεν με ακούν, είμαι αόρατος. Τρέχω προς το διάδρομο να βρω έξοδο. Δεν υπάρχουν πουθενά σκάλες. Αντί έξοδος, παντού αδιέξοδα. Βγάζω έντρομος μια κραυγή, ανοίγω τα μάτια μου και αντικρίζω τη μεταξοτυπία του Μόραλη απέναντι από το κρεβάτι, αγορασμένη στην Άνδρο τον Ιούλιο του ’08. Μα βρίσκομαι στο υπνοδωμάτιο, τρομαγμένος, ιδρωμένος. Σηκώνομαι, κατευθύνομαι στο σαλόνι και κοιτάω έξω από το τζάμι, το πρώτο φως της ημέρας. Μεγάλο δώρο η ζωή, συχνά είμαστε αχάριστοι. Κάθε ώρα, κάθε στιγμή πρέπει να τη ρουφάμε. Όχι άλλες αναμονές κι αναβολές, η ζωή είναι τώρα.
σημείωση: η φωτογραφία είναι από το εστιατόριο Sally Clarke’s στο Kensington (Λονδίνο), όπου ο ζωγράφος Lucian Freud ήταν θαμώνας τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής του.
Είμαστε απλά οι ιστορίες μας...
Σχετικά Άρθρα
Το κρασί ενώνει
Τα πρώτα 24 ωρα ήταν βασανιστικά. Τσιμπιόμουν, για να καταλάβω εάν αποτελούσαν αληθινά γεγονότα…
Χρώμα, η άλλη αίσθηση της γεύσης
Ρουμπινί, μέτριας έντασης με κεραμυδί ανταύγειες. Παραπλανεί στο μάτι με το απαλό του χρώμα,…
Περί ακρίβειας και άλλων δεινών
Με αφορμή των καθημερινό “βομβαρδισμό” των ΜΜΕ, περί ακρίβειας και πληθωρισμού, πως αντιμετωπίζουμε…
Time After Time
Ολοκληρώνοντας κείμενο -μίγμα αστικής περιήγησης, εικαστικής γνωριμίας και δοκιμής κρασιών-…